Το πρόβλημα με την ΔΗΜ.ΑΡ. είναι ότι σε σύντομο χρονικό διάστημα διαμορφώθηκαν οι δύο «ψυχές» της. Η ιστορική αναγκαιότητα των καιρών επιτάχυνε την διαμόρφωση αυτή και θα ορίσει τις αναμενόμενες εσωτερικές εξελίξεις στον συγκεκριμένο χώρο. Η μία «ψυχή» θα εξακολουθήσει να φλερτάρει επίμονα με την κυβερνητική σοσιαλδημοκρατία των καιρών μας θέτοντας αδιάλειπτα το θέμα της συνδιαχείρισης της εξουσίας, προσπαθώντας να καλύψει το κενό που αφήνει το «πολιτικό πτώμα» του ΠΑ.ΣΟ.Κ χρησιμοποιώντας πρωτογενές υλικό από την φθαρμένη σάρκα του. Η άλλη «ψυχή» της παράταξης θα προσεγγίζει την λογική της μετωπικής κυβερνώσας αριστεράς με τις όποιες επιφυλάξεις αλλά και την διάθεση για αναγκαίες συνθέσεις που πιθανά θα προκύψουν στον χώρο πέριξ του ΣΥ.ΡΙΖ.Α.
Εάν ρίξουμε μια προσεκτική ματιά στον νέο πολιτικό χάρτη της χώρας μας έτσι όπως αυτός διαμορφώθηκε μετά από την τελευταία εκλογική αναμέτρηση προκύπτει το συμπέρασμα πως οι δύο αυτές «ψυχές» δεν θα μπορέσουν να ισορροπήσουν σε ενιαίο πολιτικό χώρο. Και αυτό γιατί όλο το φάσμα που καλύπτει τον χώρο της Αριστεράς έχει ήδη σχηματοποιηθεί και καθιερωθεί, ενώ υπάρχει σε εξέλιξη η απόπειρα πολιτικής «νεκρανάστασης» της εγχώριας κυβερνώσας σοσιαλδημοκρατίας. Το δίλλημα είναι διττό. Είτε παρεμβαίνει στην διαμόρφωση ενός Αριστερού ενιαίου μετώπου σε συνεργασία με τους Οικολόγους-Πράσινους, είτε θα επιχειρήσει να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στην διαδικασία της «νεκρανάστασης». Ενδιάμεσος χώρος πολύ φοβάμαι ότι δεν θα υπάρξει. Εκτός εάν προτιμηθεί η «ζωή στην εντατική» δηλαδή η επιβίωση στο όριο πάντα μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας.
Προσωπική μου άποψη είναι ότι η πλειοψηφούσα τάση αυτή την στιγμή σκέπτεται ανελλιπώς με ποιόν τρόπο θα αποκαταστήσει την «χαμένη τιμή» της ελληνικής σοσιαλδημοκρατίας, θεωρώντας πρωτίστως ότι τα ευρωπαϊκά εκλογικά μηνύματα συμβάλουν θετικά προς αυτή την κατεύθυνση χωρίς ωστόσο να υπολογίζει την ελληνική ιδιαιτερότητα των τριών τελευταίων χρόνων. Δεν ήταν τυχαία η επιλογή της «διερευνητικής επαφής» του κόμματος και η εμφάνιση του στον διάλογο μεταξύ των προθύμων για την συγκρότηση της κυβέρνησης Παπαδήμου. Προφανώς ούτε και η «σύμπτωση απόψεων» με ΠΑ.ΣΟ.Κ – Ν.Δ. για τον σχηματισμό κυβέρνησης μέχρι το 2014. Οι προσπάθειες αυτές αναδεικνύουν την απόφαση της πλειοψηφίας δια της σταδιακής ολίσθησης να «εκπαιδευθούν» και να «συνηθίσουν» στελέχη, φίλοι και ψηφοφόροι του κόμματος στην ιδέα ότι πρέπει να κοπεί ο ομφάλιος λώρος που συνδέει πολιτικά (εάν εξακολουθεί να συνδέει) οτιδήποτε θυμίζει το πρόσφατο παρελθόν της συμμετοχής στον ΣΥ.ΡΙΖ.Α.
Προς το παρόν είναι βολικό να καλύπτονται πίσω από την «αναγκαστική συμμετοχή» του ΣΥ.ΡΙΖ.Α στην κυβέρνηση. Όμως, το άλλοθι αυτό σύντομα θα καταρρεύσει. Εκτός από το αβάσιμο του επιχειρήματος σύντομα θα κληθούν να κάνουν το επόμενο βήμα. Γιατί η απροσδιόριστη εμμονή στην καταγγελία του ΣΥ.ΡΙΖ.Α και ο ετεροπροσδιορισμός ως προς τις απόψεις και τις επιλογές του δεν αποτελούν επαρκές πολιτικό πλαίσιο μέσα από το οποίο μπορεί ένα κόμμα να διαμορφώσει τις μακροπρόθεσμες επιλογές του. Ως εκ τούτου θα πρέπει να κινηθεί είτε δεξιόστροφα, είτε αριστερόστροφα από την σημερινή θέση που κατέχει στον πολιτικό χάρτη. Σε διαφορετική περίπτωση σύντομα θα οδηγηθεί σε καθεστώς πλήρους προγραμματικής παραλυσίας.
Ο μοναδικός συνδετικός κρίκος που κρατάει έστω και δύσκολα τις λεπτές εσωτερικές ισορροπίες είναι το πρόσωπο του Φώτη Κουβέλη. Θεωρώ δύσκολο να παραμείνει «άφθαρτος» και «αναλλοίωτος» στο πέρασμα του χρόνου. Από την στιγμή που αργά ή γρήγορα θα τέθει θέμα διαδοχής ή θέμα αποσαφήνισης της πολιτικής γράμμης ο «πολιτικός χρόνος» για τον σημερινό πρόεδρο θα αρχίσει να μετράει αντίστροφα.
Η επόμενη εβδομάδα θα είναι πλούσια σε εξελίξεις σε όλο ανεξαιρέτως το πολιτικό φάσμα. Για όποιον αποκωδικοποίησε την χθεσινή πολιτική συμπεριφορά του Αντώνη Σαμαρά θα κατάλαβε ότι πρόκειται περί «ειλημμένης απόφασης» η αντικατάσταση του. Είναι απίστευτο πως το «σύνδρομο της ήττας» συντροφεύει πάντα τις προσπάθειες του. Μεταξύ μας, όταν έχεις επιλέξει για κύριο συνεργάτη τον Μιχελάκη δεν δικαιούσαι να απορείς. Ο δε «βουλιμικός» με την εξουσία Βενιζέλος μέσα σε μια νύχτα κατήργησε όλα τα εκλεγμένα όργανα (από Πολιτικό Συμβούλιο μέχρι Νομαρχιακές Επιτροπές) του ΠΑ.ΣΟ.Κ. χρεώνοντας με αυτό τον τρόπο την εκλογική συντριβή στους «στρατιώτες» και όχι στον «στρατηγό». Πρόκειται για την επιτομή του αυταρχισμού και του φασισμού.
Πιθανά η προσωρινή(;) κατάρρευση του δικομματισμού να ανοίξει νέες διεργασίες και στην Αριστερά. Αρκεί να μην χάσει το ραντεβού με την Ιστορία για μια ακόμη φορά. Το ραντεβού αυτό δίνεται σπάνια και χωρίς να υπολογίζεται ο βαθμός της ωριμότητας και της ετοιμότητας. Σε κάθε περίπτωση οι καιροί δεν περιμένουν.